Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Ίδιον ανθρώπου το διφυές





















Το δίπολο της νόησης ένστικτο και πνεύμα
το 'να σε κρατά γερό εδώ, με τ' άλλο περνάς το πλέγμα

Το δίπολο της ψυχής συναίσθημα και τόλμη
το ένα σε ωθεί να πας εμπρός, το άλλο σε βαλτώνει

Το εργαλείο και των δυό η μονοδιάστατη ύλη
το τρισυπόστατο συγκροτεί σ' ένα ποικιλόμορφο πανηγύρι

Σώμα - Σήμα - Τάφος

Δεν είναι δώρο η ζωή, μα των προκλήσεων άθλος
εμπλουτίστηκαν η νόηση κι η ψυχή με πάθος
σ' ένα παιχνίδι δημιουργικού οίστρου κι εκλεπτυσμού
εις βάθος
κι όμως μετρούν την νίκη και το λάθος

Δεν είναι το μαχαίρι ο φονιάς μ' αυτό που το κρατάει
και γιά καλό και γιά κακό αυτός το κυβερνάει.
Μ' αν δόλια το εικτήρουμε, αφού δεν προσμετράει
την ραθυμία μας καλύπτουμε όταν η ζωή μας προσπερνάει

Δίκη - Ύβρης - Νέμεσις

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Στατικές παρορμήσεις στη σιωπή

















γνώριμοι αγαπημένοι κι αλησμόνητοι
πρόσωπα
ήχοι
ευωδίες
λέξεις
προπαντός οι λέξεις
εντυπώνονται
εγείρουν την τότε στιγμή
με τόση ακρίβεια
παραδόξως ακόμα κι όσα δεν ειπώθηκαν
αλλά υπήρχαν ως σκέψη

Κάθε στιγμή, ιερή
κι εμείς οι μύστες του αεί
του πρίν στο μετά
του τώρα στο χθές
συλλέκτες αέρινων επαφών
καταγραφείς ασήμαντων ιστοριών
μύθους μεταλλάσσουμε
νόημα προσδίδουμε

χρυσοροές παθών στον απέραντο νυχτερινό ωκεανό
αστρικές προβολές στον εσωτερικό μας ουρανό
και θρηνούμε τον θάνατο όλων
σε μιά οιμωγή ενός πένθιμου ενιαυτού
παρθενικού
κάθε φορά
και συντρέχουμε της θλίψης μας
της αγαπημένης
ώσπου να 'ρθει ο κορεσμός
κι η απάθεια του κάματου
γιά κάθε ένα
Τότε κερδίζεις την γαλήνη

Καλυψώ
έτη επτά

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

ενδύοντας το αρχέτυπο
















Οριοθετείς την ζωή
η ζωή είναι ελεύθερη
Θέτεις κανόνες αναιρώντας την φύση
κι η φύση τους αναιρεί
Θέτεις κανόνες πέρα και πάνω στην φύση
και τότε τους επικροτεί

Η βάση – το αρχέτυπο δεν καταργείται
ενδύεται και καλλοπίζεται
γίνεται ανώτερο κι επικρατεί
Θέλει να το ερευνήσεις και το αποδεχτείς
μα δίχως να υποταγείς
Θέλει ειλικρίνεια και γενναιότητα για να εξελιχθείς
μα την ουσία δεν πρέπει ν’ απαρνηθείς

Αιτία – αιτιατό – αιτιώδες
ο λόγος δεν ανατρέπεται
ερμηνεύεται και προσάπτεται άσπιλος
ο λόγος δεν αποθεώνεται
αποτιμάται και παίρνει την θέση του
Στην ένωση βγαίνει το Εγώ
στην ένωση γεννάται το ανώτερο

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2009

Ένδειας πλούτος

















Παιχνίδι,
ένα παιχνίδι είναι αυτό
μέσα απ’ αυτό επικοινωνώ
δίνω το έναυσμα για κάτι μεγάλο,
για κάτι άλλο

Περιοδεύοντα σήμαντρα τη θόλο συγκροτούν
Τις αχανείς εκτάσεις τεμαχίζουν
Αρχαιρεσίας διλήμματα θα δοθούν
Νομάδες σε κέρινες εγκαταστάσεις σιτίζουν

Της απωλείας την μήνη θα χαρίσω
κι όλα όσα πίσω με κρατούν
την ήρα από το στάρι θα χωρίσω
τα τροχοπέδια που με μερίζουν θα χαθούν

κι όταν με πίστη ανοίξω τα φτερά μου
και στης καρδιάς τα σκιρτήματα συντονιστώ
αγγέλου άγγιγμα θα νοιώσω στην χαρά μου
και του φτωχού τον πλούτο θα ενδυθώ

Σύντομα όλα την θέση τους θα βρούνε
θερίζοντας της σποράς τον καρπό
σε κάθε δείλι το άπειρο θα δούνε
όσοι χωρούν στης χελιδόνας το αυγό

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Ακούραστα






















Το φώς μετά
τώρα το αβέβαιο δνόφος
με σποραδικές αναλαμπές πορείας
Η αλήθεια μετά
τώρα ο αινιγματικός αλγόριθμος
κι η αμφίσημη απάντηση της Πυθίας
Τώρα η συναλλαγή
μετά η αποτίμηση
Κι ο χρόνος……..
δεν είναι αδυσώπητος
αλλά αρμόζει
κι είναι ικανός για να καλύψει το υπάρχον κενό
την συντέλεια
την υποτείνουσα
και το άνοιγμα του διαφράγματος
Κι αν αυτό που αρχίζει εδώ
εδώ τελειώνει
δεν έχει αξία
ούτε το τώρα
ούτε το μετά
Εντελέχεια
Γράφε
γράφεις?

Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Το στιγμιαίον


















Αινιγματική φυσιογνωμία
Σκαμπανεβάζει με το κύμα
Ξέρει ότι απομυζούν την ουσία
Σε κάθε συναναστροφή είναι το θύμα

Μοναχική σύμπτυξη θ’ αναπτυχθεί
Σαν χαρισματική ακολουθία
Στενάζει αν δεν εισακουστεί
Στενά σοκάκια κατοχυρώνουν την αξία

Δεν είναι οι λέξεις, δεν είναι αυτό που θα ειπωθεί
Δεν είν’ το γένος, γραμμένο παρελθόν
Είναι τ’ απομεινάρια που χωλαίνουν την σιωπή
Κι αυτό που αφήνει σαν κρότο το παρόν

Την νύχτα ο ναύκληρος τα βλέφαρά του κλείνει
Σ’ ένα ταξίδι θ’ αφεθεί της καλημέρας
Σειρές κι αλγόριθμους πίσω του αφήνει
Στιγμές, στιγμές, τα δρώμενα της μέρας

Η δυστυχία όλη ανδρώνεται μέσα σ’ ένα κουκούλι
Όταν βγεις απ’ αυτό παύει να υφίσταται

Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Μέλλων Ζεύς. Εός Matrix
















Το εκτυφλωτικό λαμπύρισμα των αστεριών της μέρας
που τρεμοπαίζει πάνω στο κύμα
απλώνεται όχι σε μαύρο φόντο, μα σε γαλάζιο
Είναι ο ασημένιος γαλαξίας της θάλασσας

Τα φωτεινά μέρη των ψυχών
που αιωρούνται πάνω από την ύλη
μια ύλη που κατέχει το άλλο τους μισό
και το ‘χει βυθίσει στο σκοτάδι της
Κι ο αγώνας συνεχείς στην διελκυνστίδα
ποιο κομμάτι θα τραβήξει ποιο
μα ο άθλος είναι η ισορροπία
και το καθένα την μερίδα του πρέπει να κρατήσει
-κι όσο την κρατάει τόσο νιος μένει
-κι όσο την κρατάει τόσο κρατά κι η ζωή

Στης πικρολίμνης τα νερά ο απόπλους
κι όσο κατεβαίνει ο ήλιος
το λαμπύρισμα γίνεται αίμα
κι όσο κατεβαίνει ο ήλιος
το αίμα γίνεται σκοτάδι

Δειλινό εκ περιστροφής

Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Φάσμα
και χάνομαι στους διαδρόμους μιάς ελεγχόμενης φαντασίας, σε σκόρπιες εικόνες, ξαγρύπνιας όνειρα καταγράφοντας απρόκλητε;ς παρερμηνείες που όμως δεν κατανοώ.

Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

Υποβολές





















Απουσίες στα πεπατημένα ανήμπορα μονοπάτια.
Φαντασίας δημιουργήματα που δίνουν το έναυσμα της απέραστης καινοτομίας.

Φοβάσαι την απουσία;
όχι

Το αόρατο παρόν φοβάμαι
Όπου υπάρχεις μα δεν υπάρχεις
απλά ανασαίνεις
Όπου βαδίζεις και προσπερνάς
δίχως εμπόδια να κατακτάς
απλά μαζεύεις

Την μπαλαρίνα που κρύβω μέσα μου από παιδί φοβάμαι
Όπου προστρέχω για να παρηγορηθώ
και το ακάνθινο στεφάνι της φορώ
για να κοιμάμαι
Όπου την διάκρισή μου καταθέτω
κι όσα μου μάθαν εναποθέτω
να μην θυμάμαι
σκόρπιες εικόνες

Θαμώνας

















αναζητώντας πάλι την αρχή
εκεί που παραδόθηκε, να βρει
τον από μηχανής θεό παρακαλεί
τον κρίκο που ΄σπασε τώρα ζητεί

εν θεώ η πίστης
προφήτες εγρηγορούν
οπαδοί χειραγωγούν
εν θερμώ η κτήσις

οι νοματαίοι στα δυό έχουν χωρίσει
σ’ αυτούς που ψάχνουν και σ’ όσους αδιαφορούν
ομάδες γίνονται και ποιος θα τους καλέσει
ταγούς προφήτες, πάλι αναζητούν

εν χορώ η πλάσις
πολίτες υποχωρούν
ηγέτες ακολουθούν
εν ψυχρώ η κράσις

μ’ αυτά που πέρασαν θα γίνουν ιστορία
κι αυτά που θα ‘ρθουν είναι ζωγραφιά
πινέλο που ‘γινε της μοίρας η γραφίδα
εικόνες λέξεις μας συνθέτουν την σελίδα

Παγίδα

















παίζεται αν θα προβούμε σε ενέργεια αυταρχική
αν στην δύνη αντισταθούμε με σκοπό την επιστροφή

μέριασε πια η εικόνα που μας δίνει την χαρά
κλείσανε όλες οι τρύπες κι είναι τώρα σκοτεινά

δήθεν είμαστε αφέντες, λεύτεροι απ’ τα παλιά δεσμά
μα και πάλι πολεμάμε για να βγούμε απ’ τα σκατά

συνοθύλευμα οι γνώσεις μέσα στην ασυδοσία
μας κυκλώσανε οι δόσεις για γλυκά κι ακολασία

κι οι φτωχοί αυτού του κόσμου περισσέψανε τους παλιούς
όπως ήτανε θα γίνει θα το δεις κι ας μην ακούς

η Αριάδνη σου προτάσσει νήμα ολόχρυσο της γνώσης
μα τυφλός από την πείνα τ’ άρπαξες και πίσω τρέχεις

εμιμούμενος λοιπόν τους αρχαίους δίχως κρίση
χάνεις ότι έχει γίνει κι η συνέχεια θα σβήσει

ότι χρονίζει σαπίζει κι αν δεν το αναπλάσεις θάνατο δίνει

περιουσίες θα κλαπούν
κι όλα όσα ξέρεις θα καούν
θα ‘χεις μάτια να δουλεύεις
μα ποτέ πια δεν θα βλέπεις

Παροπλισμός



















αντικείμενα στον χώρο στοιβαγμένα
το χρηστικό όριο θα υπερβούν
συνωστισμός, τα πάντα κορεσμένα
την απόκτηση του όλου αφαιρούν

σταδιακή αποχώρηση της νίκης
συναίσθημα που ανήκει στην χαρά
απερίσκεπτοι κυλάνε στο παιχνίδι
μονοκύτταροι οργανισμοί θ’ αφεθούνε στην πυρά

συνοθύλευμα όλες οι πτώσεις
διαμελίζουν τον γόνο της γης
τ’ αποκτήματα προκαλούνε αμβλώσεις
που ξεχνιούνται στου χρόνου την ροή

παραποιημένη ατομική εξουσία
βασιλείς τους αμνούς ακολουθούν
την παρόρμηση κάναν ρουτίνα
και θαρρούν πως μ’ αυτήν θα σωθούν

μες την μπόρα κανένας δεν βλέπει
προδομένοι ήρωες θ’ αλωθούν
σαν πανάκεια επικαλούνται την ειμαρμένη
την γραφίδα από οκνηρία πετούν

Επίπλαστος

















χαρμόσυνα την φτερωτή του πανωραία
θα χτίσει μεσ’ του απόμερου την γαία
και στο λιοπύρι σαν βρεθεί με την ρομφαία
θα νιώσει τους αιώνες, την ιδέα

το καθαρτήριο με φόβο προσεγγίζει
το απομεσήμερο τη ζωή δεν την κερδίζει
βουλιάζει μες την δύνη κάθε μέρα
δεν βλέπει, δεν νογά την καλημέρα

του ανώνυμου το πτώμα θα συλήσει
την δική του την στιγμή για να κερδίσει
ότι μένει πίσω το αντιγράφει
ότι μένει πίσω το υπογράφει

μα κι εγώ το όνομά του δεν θυμάμαι
ότι ειπώθηκε καλό, το ξεπερνάμε
τ’ όνομα ενότητα ορίζει
δίχως ταυτότητα και δίχως μετερίζι

οι περιούσιοι ξεχωρίζουν στην διάρκεια του δρόμου
οι ανούσιοι κυριαρχούν, όσο κρατά η πνοή του χρόνου
το εφήμερο την αλήθεια κρύβει
στους αδύναμους άλλοθι δίνει

Αναλώσιμο είδος η αναφυλαξία






















Αποδεκάτιση των δυνάμεων της ευπρεπείας
κάθε ικμάδα συστολής εξαερώνεται
γνωρίζοντας ότι τίποτα δεν διατηρεί την ακεραιότητα του
μα πάλι…….
συμμορφώνεται με τις συνθήκες και μόνο αυτές
Λιπόσαρκα κακοφανίζεται, αφού ποτέ δεν χόρτασε
περιφέρει την έπαρση του αμύητου
αρνείται να χορέψει από φόβο
μη γλιστρήσει το σαρκίο από πάνω του
και τότε θα φανεί η γύμνια του
θα φανεί η αδυναμία του
θα φανεί το κενό του
Και την ανάσα του με φειδώ
και το δάκρυ στα δεσμά
Διαμελισμός
Επανάκτηση
Αποτάσσεσαι τον σατανά;
Απεταξάμην
μαζί με την πνοή μου, απεταξάμην

Παραλογισμός



















χρεωμένοι στο κιτάπι του μπακάλη
χτυπάμε την πεταλούδα να πονέσει
και προσπερνάμε τις αλήθειες που δεν δεχόμαστε
μα ξέρουμε πως τίποτε τυχαίο
όλα γραμμένα
ευχόμαστε η Αλκυόνη να γεννά πιο συχνά
μα δεν το απολαμβάνουμε
ρωτάμε το γιατί
μα την απάντηση δεν περιμένουμε
τρέχουμε στου νου τα μονοπάτια
κι όμως την ζωή δεν την γευόμαστε
απλά την παρατηρούμε
απλά περιδιαβαίνουμε
να δούμε το καλύτερο
αυτό που θα μας κόψει την ανάσα
μ’ ακόμα κι αν το αντικρίσουμε
δεν το αντιλαμβανόμαστε
πάμε παρακάτω
τώρα τρέχουμε
το θάνατο να γελάσουμε

Κατανομή


















Διχασμοί που γεννιούνται μέσα από μια ανεκτική διαφωνία
Φανατίζουν δίχως να φωτίζουν
Περιέχουν τη δύναμη της αυθαιρεσίας
κι απλώνονται σαν δίχτυ φασισμού
Περιέχουν ανείπωτες προτάσεις
Χρωματίζονται σαν πλοκάμια ερυθρά
Κοντά στο αίμα όλα
κοντά στην ύλη
Η γοητεία του αληθινού
που όμως είναι ψευδαίσθηση
Κι ακολουθείς το ρεύμα
από κεκτημένη ταχύτητα και μόνο
Κοιμόμαστε μ’ ανοιχτά μάτια και φοβόμαστε
ο τρόμος κυριαρχεί στα όνειρα
η γαλήνη στην ρουτίνα που επιβάλετε
αδυνατούμε να την δεχτούμε
μα σωτήρια φαντάζει
συγκρατεί τα ηνία
και προφυλάσσει
μακριά η τρέλα απ’ τους αμνούς
μακριά

Παράλληλα κινούμαστε μ’ όλους αυτούς που προσπερνάμε
Υπάρχει λόγος

Υποψίες


















Κοντά στην πίστη της βαρύτητας
χαμαίζηλος κοιτά τον ουρανό
είναι το στίγμα μιάς αόριστης γραμμής
καρδιοχτυπά σε κάθε κίνηση του εκκρεμούς
μην είν’ η ώρα του
κι όλα του φαίνονται σαν ρούχα άπλυτα
νεκρά του κύτταρα που αποχωρίζεται με δάκρυα

Χαρούπια θρεπτικά, λοιπόν, θα σου δώσω
να ζήσεις αιώνια για να δείς

Τ’ ουρανού το φέγγος σαν ξημερώνει
Της σελήνης την έκλειψη σαν νυχτώνει
Τ’ άστρο του αγρού, σαν ανθίζει
Το κοχύλι της θάλασσας που θησαυρούς αφοδεύει

Το πέρασμα της νιότης, που δεν αντέχεις κι όμως το
αποζητάς
μετά
και λευκόθριξ τον πόνο μαζί τ ης θ’ ανταλλάξεις
αλλά μόνο αυτόν

Την τρικυμία του ποταμού Ωκεανού θα δείς
να τα βάλεις με τον θεό
Την φυλακή της ελευθερίας, που γεννάει τους ήρωες
μ’ αυτοί θα πεθαίνουν
Την ελευθερία της φιλότητας, που γεννάει τα υβρίδια
και που αναζητούν τις ρίζες τους

Κι όλα τα σύνορα θ’ αφήσω ανοιχτά
μα εσύ απέναντι δεν θα περάσεις
Κι όλους τους νόμους θα καταργήσω
μα εσύ θα τους επιβάλεις
Κι όλα τα πρέπει θα καταλύσω
μα εσύ άλλα θα φτιάξεις
δικά σου, που θα μοιάζουν με τ’ άλλα

Όλα καλώς δοσμένα
Όλα καλώς φτιαγμένα
Όλα σε μια ανατροπή φυλακισμένα

Όπου κι αν πας στην αρχή ξαναγυρνάς
Όπου…………

Δίχως το φώς

Φόβος


















το φονικό της αυτοκαταστροφής
μπροστά στο αίμα της αυγής
διχάζει αμίαντο λαό
μπαίνει στον κύκλο, πίσω στ’ αυγό

κοντάρι γίνεται δίχως σκοπό
μέσα στο άπειρο, το φυλαχτό
χαρούμενοι κήποι εκτροφής
μοιράζουν τα δώρα της ντροπής

χολαίνουν οι ψυχές δίχως βροχή
περνάνε αόρατες στην αστραπή
δίνουν το έναυσμα σαν μια εικόνα
μια φευγαλέα ανατροπή στην χθόνα

κύπελλο τ’ όνειρο κι η πυραμίδα
κι από την τρόπιδα του νου η πυξίδα
περνούν στην άβυσσο κάθε γιατί
γυμνή η ζωή μες το γιαπί

φοράνε σαμάρι και παρωπίδες
κι ότι ομορφαίνει γίνονται ελπίδες
σαν έρθει η ώρα της καταγραφής
κενά τα καλάθια της αποκομιδής

κι έρχεσαι τώρα και λές ιστορίες
για δράκους, νεράιδες, νεφέλες κι αγίες
τον φόβο εντέχνως καλλιεργείς
μονάχα για σένα πως γίναν θαρρείς

κάτσε και κοίταξέ με στα μάτια
πες μου πως γίνομαι κομμάτια
πες μου πως τίποτα δεν μου ανήκει
πως συμμετέχω σ’ ένα παιχνίδι

πες το

Ονειροπόλοι






















κυνηγημένοι, καταφύγιο αποζητούν
τρομαγμένοι, τους γύρω τους κοιτούν
κι αν ενταχθούν;
νεκροζώντανοι, μα θα σωθούν
μπορούν;

τους ομοίους τους αναζητούν
σε μια διαρκείς αναζήτηση θα χαθούν
κι αν δεν τους βρουν;
απροσάρμοστοι, μα θα σταθούν
μπορούν;

στη δεδηλωμένη πραγματικότητα περιδιαβαίνουν
κι όλα τα είναι και πρέπει μετρούν
κι αν δεν χωρούν;
κακότροποι, μα θα χωθούν
μπορούν;

φεύγουν, έρχονται, κοιμούνται, ξυπνούν
τέμνοντες κύκλους ακολουθούν
κι αν σε κάποιον εγκλωβιστούν;
ατίθασοι, μα θα στρωθούν
μπορούν;

μα κάθε αμνός που θα ξεφύγει
στιγματίζεται κι αφήνεται στην δύνη
ιλαρό θα πουν το στίγμα που αφήνει
κι όλα υποτάσσονται σ’ ένα διαρκές δείλι
ξαγρύπνιας όνειρα

Αλγεινή
















Χτικιό η ανάσα,
ίαση το βλέμμα σου,
και το κορμί σπαθί που πληγώνει,
ανοίγει πληγή που αιμορραγεί
κυλάει στους ποταμούς αίματος
ανάμεσα στον πόνο και την τομή,
διαμελισμός του εγώ.
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Φτύνεις το αίμα σου,
ανάσα βαθιά σε συνεφέρνει,
χτύποι σε νανουρίζουν
μηνίγγια σφυροκοπούν,
και τότε έρχεται η λύτρωση.
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Φαντάσματα σε οδηγούν,
στενά μονοπάτια, αδιάβατα,
βαθύς ωκεανός το όραμα
στάμνα η πραγματικότητα
και τότε ονειρεύεσαι
και τότε βλέπεις τον παράδεισό σου
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Χτυπάς τα πόδια σου στο πάτωμα
πετάς την ματιά σου στα ουράνια
ψηλαφίζεις το αύριο
αρνείσαι το χθες
καταριέσαι το σήμερα
και βαδίζεις
προχωράς μ’ ανοικτά μάτια
παίρνεις την χαρά
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Σημασία έχει η ουσία
ασήμαντο το σοβαρό
αστείο το κατοπινό
πάντα στείρα
ποτέ γόνιμη
και αναζητάς την λήθη
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Φωτεινό μονοπάτι οι αισθήσεις
σκιές τα όνειρα
και ο βίος, ανάμεσα
συμπίεση της πραγματικότητας
αποδοχή το ξένο
αναζήτηση του δικού σου
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Φυσική καταστροφή της ύπαρξης
αρμέγει τα σωθικά της
πλάθει την δύναμή της
μα υπάρχει στ’ αλήθεια;

Ο κρίκος της ντροπής

















έφυγε πάει στα παλιά και φέρνει την ευθύνη
χωρίς να ξέρει τι ζητά, χωρίς να νοιώθει τι πονά
σκόρπισε παντού αλμύρα, θειάφι και χαλίκι
δίχως να ξέρει που πατά, δίχως ονόματα γνωστά

έφυγε πάει στα παλιά, τον λόγο να θυμίσει
χωρίς να ξέρει να μιλά, χωρίς να νοιώθει την χαρά
σκόρπισε παντού θέλω, μπορώ και δικαιοσύνη
δίχως να ξέρει το κενό, δίχως απώλεια να νογά

είναι στο σήμερα ξεχνά, πως έχει κάτι να δώσει
ξέρει πως έφτασε εδώ, ξέρει πως έχουν όσοι τολμούν
μαζεύει αδιάλειπτα έξαψη, πάθος και γνώση
πιστεύει πως του ανήκουν, πιστεύει πως του χρωστούν

εις λεύκαινον ύδωρ επιπολάζει
δίχως να ξέρει τι προστάζει

Αναζητώντας την αρχή
















περίφραστος κι ανέμελος το πιόνι πίσω κάνει
χαϊδεύοντας τα όργανα που δεν εναρμονίζει

κι όμως το μένος είναι εδώ σαν πέρδικα χτισμένη
κι αφήνει το τέλος του να δώ, την τύχη ως προσμένει

το οικοδόμημα γερό θέλει να το ποδίσει
και την ιερή αγιασοφιά πάλι να την πατήσει

μήπως γνωρίζεις την ποδιά που σού στειλε η θεία:
ή μήπως πίστεψες τυφλά τη θεία λειτουργία

ναι η αλήθεια είναι μπροστά δεν θέλεις δεν την βλέπεις
και στου Ερμή την αγκαλιά τα δάχτυλα μπερδεύεις

Μικρόκοσμος


















τ’ απτέρου τ’ όνειρο
μακρύ δοξάρι που τον τόνο δίνει
μακρύ το ξέφωτο
σαν την αδύναμη την φλόγα πνίγει

φάλαινες και δελφίνια
άνεμοι την ισορροπία
πετούν το άρμα σαν τσαμπί από σταφύλι
χλωρίδα πού ‘γινε νομή, πόλεμο δίνει

ο χωρισμός κι ο σύντροφος
βλαστός στηρίχτηκε
την δίψα σαν αναίρεσε
τους εφιάλτες θα δεχτεί κι ας πόνεσε

θεός που υπάρχει
τα όρια αναιρεί
το ιερό των ανθρώπων
ένοικο απαιτεί

ποιο θαύμα περιμένεις ;
















χωρισμένη η γραμμή της ευημερίας
φέραμε το μένος στην ουσία
πήραμε καλή αναφορά
δώσαμε του ήλιου τα καλά

συν το μήκος πάει η αλάνα
πέρασε και έφερε το κλάμα
θύτες θύματα χωρίζουν το παλιό
κι έρχονται να φέρουν το κακό

σήκωσε αντάρα η φαντασία
έφυγε δεν μένει άλλο εδώ
έγινε αστεία η πραγματεία
πόλεμος που δίνεται για την αργό

μα θαρρείς πως θα ‘ρθει τούτη η μέρα
που στο κλάμα της θα χτίσει την καρδιά
δίχως άνοιγμα και δίχως καλημέρα
δίχως δίχτυ θα χαθεί στην αγκαλιά

Παράδοξο το στίγμα
παρασύρεται και περιμένει
έδωσε την αναμονή
προσπέρασε την πάροδο

Πολιτική

















χιλιοειπωμένη αλλαγή
αδιάβροχη η μάσκαρα
πέρα μακριά είναι η στιγμή
εδώ τραβώ τα όρια

απελπισία, χάρη δόθηκε
κανείς να την ακούσει
φέρει την άγνοια, πέρασε
το παρελθόν θα ξεχαστεί

ότι στον πόλεμο εδόθη
θέλει να το ξεχάσει
ότι ανάλυση θα δώσει
θέλει να το χαρίσει

ψαύει το κακό να θυμηθεί
και πάλι κλαίει
βαδίζει απ’ την υπόνοια να ξεφύγει
και τότε θρηνεί

χρίστηκε και βασιλιάς
αδειάζει την συμπόνια
αδιάφορη θαρρείς
του ονείρου η αλήθεια

η σκυτάλη έπεσε, αποκλεισμός
τις μνήμες κι αν επρόδωσε
ανώτερη φαντάζει
και τώρα μόνο υποχωρεί

μοιράζει χιτώνες πορφυρούς
τους ανδριάντες στήνει

κερδίζει................................
δεν τρομάζεις.....................

πίσω, πιο πίσω κι απ’ το χθές
















ο κύκλος κλείνει ξαφνικά
γαλήνη του νου, τον φόβο παροπλίζει
αράδα γραμμένη αδίκως προσκυνά
χτυπούν, μα δεν βλέπεις, το θέατρο αρχίζει

καλούμπα αφήνει και βρέθηκε ψηλά
περνώντας το μήνυμα η λήθη μας πονά
αν φύγει ο φόβος αρχίζει η χαρά
αδύναμα σβήνουν του ονείρου τα φτερά

χτυπήσανε τ’ άσπρο, το μαύρο, το λαδί
ντυθήκαν στην έξη του άκοσμου του γκρι
καλύπτουν τα μάτια, ο ήλιος ενοχλεί
ανάβουν την λάμπα, το φως ποδηγετεί

απόφαση πήραν, ν’ αδειάσουν τον βυθό
αυτό που δεν βλέπουν, να δώσουν ορισμό
κι αν ήρθε σκοτάδι, θ’ ανάψουν τον πυρσό
κυρίαρχοι γίναν στον κόσμο τον γυμνό

καλύτερα έτσι, θα νοιώσουν δυνατοί
παρέες και φτύνουν, το νέκταρ, το γιατί
αδιάφορα όλα, αδιάφορη η ζωή
κινούνται, ανασαίνουν, το άγραφο οδηγεί

καμένη ιστορία που σβήνει με γιορτή
ντροπή πια δεν έχει, ελεύθερα γλιστρούν
κι αν πίσω γυρνάνε θα πάρουν αμοιβή
αυτά που χαρίσαν βαριά ήταν και πονούν

ο κύκλος κλείνει ασφυκτικά

εάν παντοτινό το φως του ήλιου
η γη δική σου, ιαί

Καταγραφή επικοινωνίας






















παραλλαγή της ευλογίας
στον ήλιο την ζωή θα δώσει
εκεί στου ποταμού τις στάχτες
τον δρόμο θα’ βρει να περάσει

περάσανε μα δεν τους είδες
χορτάσανε μ όνειρα, ελπίδες
σου δώσανε απλόχερα
μα κρύφτηκες, απόμερα

δεν θέλησες, δεν ζήτησες
τα δώρα τους αρνήθηκες
χάθηκε τώρα η επαφή
μάταια ψάχνεις το γιατί

μετάταξη επιβολής
χαρίστηκε δίχως ανταλλαγή
περάσματα υποταγής
χαρά είναι μόνο η γιορτή

φαντασμαγορία της αιδούς
παρά την διαδοχή
δίνουν, χαρίζουν και δοκούν
παρά την αποδοχή

καλανταρίζω, δίνω, παίρνω
φέρνω, κάνω την ζωή
περίσσιο το ψωμί την υπερβολής
καλούν για να το πάρω

Αποδημία






















μικρές σταχτοπούτες που ήρθαν στα Φώτα
την λάμψη σαν είδανε πήρανε πόζα
κρατούσαν τον άρχοντα, κόκκο της άμμου
θαρήσαν ο κόσμος πως είναι εκεί χάμου

και τώρα τα ήμερα πρέπει να φύγουν
η γη πια ελεύθερη να την κατακτήσουν
διανόηση τέχνη μα και ανθρωπιά
τον χώρο τους θα ‘χουν, να χτίσουν χωριά

οι άρχοντες πάλι, θα γεννηθούν
μέσα στη χλόη θ’ αναστηθούν
καθάριος ο τόπος από ανθρωποειδή
στην πόλη μαντρώθηκαν, καιρός για ζωή

κύκλοι στην άμμο
















κάποτε ζητήσανε από το φώς
να’ ναι του φτωχού ο συνοδός
φορτισμένος μ’ ενέργεια για ζωή
και την ημέρα του στα τρία να διαιρεί

φορτώνει το βιός του κάθε αυγή
την εκούσια βέρα του νού του αφαιρεί
χωρίζει το τι απ’ το γιατί
αδειάζει την αιτία απ’ την αφορμή

ευτυχισμένες στιγμές στυλώνει η δημιουργία
περιεχόμενο στην λήκυθο εν αποσταξία
δύναμη ψυχής έρωτας ζωής, μεθύσι
χαμένη βαρύτητα το νόημα προσδιορίζει

αρμονικά περνούν μες το σκοτάδι οι ώρες
δεν αποσπούν την προσοχή των αισθήσεων οι μπόρες
και προσκαλούν την νόηση σ’ αρχαία ευωχία
συνειρμικά όλα θα βρεθούν παρέα με τα θεία

τι ονειρεύεσαι;
τι θέλεις να γευτείς;
πώς πορεύεσαι;
πώς το διεκδικείς;

τι μες το χάος σου οριοθετείς;
παρερμηνείες

Ορισμός
















αρχή

χρόνος

σώμα

σκοπός

Τοκετός,

άφιξη νέας ζωής
παρουσία αναγκαία δίχως νόημα
ενέργεια διασφαλίζει την διαιώνιση

ποιος ο σκοπός; ποια η ανάγκη
λησμονήθηκε να γραφεί, αποσιωπήθηκε

χρηστική η πλάση, απαραίτητη
ποιος ο σκοπός, ποια η α ανάγκη
λησμονήθηκε να γραφεί,
αποσιωπήθηκε

επικέντρωση

ιδιοτέλεια

συμπαράσταση

ελευθερία

επικοινωνία

υπερφυσική ερμηνεία
















ολόγραμμα ενός θεού,
αυτό λέέι η αλήθεια
πρόγραμμα, του από μηχανής θεού
κι αυτό είναι αλήθεια

εικόνα το δημιούργημα
κι ο χρόνος είναι έννοια
με αριθμούς που τους ξεχνά
στο διάστημα τον έλεγχο ζητά

άγνωστη η πράξη που θα δει
συμπίπτει η περιγραφή
αφέντης, δούλος αδιαφορεί
παιδί που είναι, αγνοεί

σχήμα στο άϋλο θα δώσει
με τις αισθήσεις του να το αντιληφθεί
κι όταν στα μέτρα τους το φέρει
το άδηλο μέσα του μπορεί ν’ αποδεχθεί

όλα ένα πρόγραμμα
τις λέξεις κλειδί του, πρέπει να βρω
όλα ένα όραμα
κι εγώ από δω πρέπει να βγω

υπερβατική ερμηνεία















κάπου ‘κει έξω είναι η αλήθεια
στ’ άστρα ψηλά
στ’ άλλα βουνά

βρέφη που στάλθηκαν σ’ άλλη πατρίδα
στον κύκλο σαν μπήκαν
αρχίζουν ξανά

τον κρίκο δεν θα ‘βρουν εδώ χαμηλά
παγγαία που κόπηκε
κρατά μυστικά

ο κύκλος πλησίασε κι
η μάνα ξερνά
επίγονοι γέρασαν
ξεχάσαν πολλά

εμείς η φυλή της καταστροφής
απόγονοι αυτών που αποφάσισαν
σε άλλο πλανήτη να αποικίσουν
την κόλαση που γκρέμισαν ν’ αφήσουν

μνήμες κυτταρικές που δεν σβήσαν
στους φιλοσόφους και στους προφήτες ξαναξυπνούν
σ’ όσους στον πόλεμο και πάλι υποκύψαν
υπάρχει κι ο παράδεισος να πουν

υποθετική ερμηνεία




















κατακερματισμός της ύπαρξης
περνάνε το μήνυμα της επιβολής
φόβος αν γίνει ανώτερη μορφή
ίσως και πάλι να καταστραφή

δεδομένο η φύση και ως σκηνικό
το σώμα παρέχει ως κιβωτό
ο κατακλυσμός πνίγει την αμαρτία
τα χαρακτηριστικά όλων των ζώων δίνουν την απαρτία

εμείς και η γη, ένα γυαλί
χτυπήματα δίνουν βοή
ραγίζει, σπάει, δίνει την ύλη
λειώνει, ενώνει, δίνει ζωή

όλα στον κύκλο εγκλωβισμένα
πεθαίνουν, γεννιούνται, όλα είναι ένα
δεν σβήνουν μ’ αλλάζουν, είναι ο κανένας
αθάνατος μένει της γενιάς μόνο ένας

αυτός θα νικήσει, που δεν θα φθαρεί
αυτός θα νικήσει πού ‘χει την άδολη ψυχή
ελάχιστοι βλέπουν και δεν θ’ απορροφηθούν
θολό το τοπίο γι’ αυτούς που τους αρκούν

Ξυπνήματα
















Χωρούν σε μια χούφτα θεού
την δύναμή τους αντλούν απ’ το κύμα
ξυπνούν μες την δύνη του νού
και τότε ξάφνου γεννιέται η ελπίδα

διφυείς υπάρξεις συγκροτούνται
που παντρεύουν μα δεν συγχωρούν
μελωδίες της ύλης τους καλούνε
υπακούουν μα ποτέ δεν ξεχνούν

αντιπαλότητες στην μέση του δρόμου
σταματάνε την λάβρα ροή
είναι η χθόνα η έδρα του πόνου
και η γαία που ζητά ν’ ανεβεί

την υπόγεια σπίθα η οίηση όταν πνίγει
πλανεμένων σοφών πανηγύρια θα στηθούν
οπαδούς σαγηνεύουν που ψάχνουν την Ήβη
που απ’ τ’ απόκρυφο νέκταρ θέλουν να πιουν

ζωγραφίζει η σπίθα, της μοίρας πινέλο
με το είναι της θέλει να ενωθεί
σε διαβάτη που ερμηνεύει όλα τα θέλω
συνεχίζει να βυσσοδομεί

παρατήρηση, γνώση των σωστών συμπερασμάτων
δυνατότητα σύνδεσης με το παρελθόν
εν δυνάμει όλα στον πυρήνα των κυττάρων
αν ζυγώσουν θα μεταστοιχειωθούν

ειδάλλως στον πολυδαίδαλο ιστό της Πανδώρας θα χαθούν

Λεύκαινον ύδωρ

















Διπλώνουν τ’ απωθημένα τους σαν ασπρόρουχα νυφικά,
προίκα του θανάτου
κι αποκοιμιούνται ήσυχοι για το αύριο
Γηγενείς που τ’ αλλότριο ξορκίζουν
Κάπου ‘κει, ανάμεσά τους

Βρυχάται το χθές ως ξόανο της πραγματικότητας
Κανείς δεν χρωστάει
όλοι δοκιμάζουν
Αρίφνητοι φυλακισμένοι το κλειδί τους φυλάσσουν
Κάπου ‘κει, σιμά τους

Κοντά στο απειροελάχιστο διανθίζουν την διαμονή
Τουρίστες σε μια περγαμηνή κλεισμένοι
ιστορία
Κι ο βράχος εκεί!
βαρύτητα

Διαβάτες του κόσμους χαλαρώστε!
ενδώστε!
Κι η χθόνα δικιά μας είναι
Νοσταλγοί της λήθης, γρηγορείτε!
ενδυναμώστε!
Κι η γαία δικιά μας είναι
Κάπου εκεί……….

Αυγή μες στο σκοτάδι
















αποκαλύπτεται η όλη αλήθεια
φαινόμενα εξηγούνται
κρυμμένα μέσα στην συνήθεια
αφέθηκαν για να βρεθούνε

κοσμογονία κι όλα υπάρχουν
χωμένα στ’ αμπάρια βαθιά
τον θαρραλέο περιμένουν
να τα μοιράσει στα παιδιά

κανόνια ρίχνουν ν’ ακουστούν
μα είναι ο θόρυβος πολύς
οι ψίθυροι μόνο επικρατούν
τ’ απόκρυφα υπάρξεις της σιωπής

καλούπια σπάνε και δεσμά
επίβουλα παραμύθια απομυθοποιούν
ο νούς ελεύθερα αν δεν πετά
κόσμοι χωρίζουν, φανατίζουν, χειραγωγούν

μαγγανοπήγαδο, μα όλα εδώ
κι ο λόγος αξίζει σαν πράξη θα γενεί
ενστάλαξη καθημερινή
αυτή θα φέρει την αλλαγή

στις σκιές ελλοχεύει η δύναμη
στο φώς περνά απαρατήρητη
μα για να υπάρξει σκιά χρειάζεται το φώς
αντιπερισπασμός

Δεσμός





















χαλκεύουν την αδύναμη φλόγα
διασπούν τον σύνδεσμο του πυρός
κεντρίζουν τα ένστικτα στην μπόρα
της επικοινωνίας χάθηκε ο αρμός

πειραματόζωα στο εργαστήρι των νάνων
δίχως φευγιό ανάγουν την ισχύ
συμπαρασύρονται στον πόλεμο των άλλων
πίσω απ’ τα κάγκελα η αντίσταση είναι ισχνή

την εξουσία τους έχουν παραδώσει
σε μια φατρία που μοιράζει την σιωπή
την περιουσία τους έχουν προδώσει
σ’ ένα κυνήγι φαντασμάτων έχουν αφεθεί

στον εικονικό κόσμο των αριθμών περιπλεγμένοι
εύθραυστος ιστός τους συγκρατεί
χωρίζονται, ενώνονται μετανοιωμένοι
έκπτωτοι άγγελοι σε στείρα φυλακή

σ’ αυτόν τον λήθαργο γεννάνε τα παιδιά τους
τα γαλουχούν στους νόμους της σιωπής
σε μια επανάληψη που κόβει τα φτερά τους
ταξιδευτές που ρίζωσαν στα σύνορα της γης

κι έτσι το θαύμα τώρα περιμένουν
κάποιον θεό να τους λυπηθεί
κι ότι διαθέτουν απ’ αλλού το προσμένουν
ευγνωμονώντας του δεσμώτη την παροχή

εάλω φίλε
εάλω ο άνθρωπος

Παρατήρηση
















Ανοιχτούς τους ορίζοντες
μόνο έτσι δεν θα νοιώσεις ποτέ εγκλωβισμένος
Αυτό τελικά είναι το ζητούμενο
Ο κύκλος είναι εγκλωβισμός
Πρέπει δηλαδή να ξεφύγεις από τον κύκλο
Η συνήθεια είναι κύκλος
Η παρέα είναι κύκλος
Οι δύο είναι;
Όχι οι δύο είναι ευθεία γραμμή, που όμως έχει κατεύθυνση
Κι ο ένας είναι σημείο που δεν απλώνεται

Αριστοκλής




















μένει ο κόσμος γυμνός
δίχως την γνώση σαθρός
αρχίζει χτυπάει το κύτος
φταίχτης του ο Δούρειος Ίππος

ευπρόσιτος είναι ο σκοπός
παρήγορος μα και τυφλός
αν δεν του δοθεί ο μύθος
άκριτα λακτίζει με μίσος

στα ορμέφυτα αφέθηκε λειψός
σε μια αρένα που κρύβει το φώς
σαν ακατέργαστος πολύτιμος λίθος
ταυτίστηκε με το ανούσιο πλήθος

ακροσαπής βαδίζει μονάχος
αγρίμι συνάμα και βράχος
στημένοι κανόνες κι αυτός
αγράμματος και πάντα φτωχός

σε τίτλους κλειδώνει τον βίο
σε κλίκες προφυλάσσεται από το κρύο
ακόλουθος γίνεται σκαιός
με μόνο του όπλο ο φανατισμός

Αν θέλεις να δοξαστεί ο άριστος
να πάψει να είναι ευφάνταστος
στην χύτρα της επιβίωσης κινεί ο ατμός
μα η γεύση να είναι αυτοσκοπός

Τεχνίτες να κάνες σοφούς
και λόγιους πνευματικούς
σε μια κοινωνία ανθρώπων
θα έχεις πολίτες κι όχι αρρώστους
επίλογος