Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

Λήθη

κραταιός ο αγκυλόδρομος κόσμος
μες την δύνη του παίρνει ευχές
Προμηθέας που δίνει την λάμψη
εξαρτήσεις που κόβουν πνοές

ποιοι χρωστούν; ποιοι περνούν το γεφύρι;
είν’ το φως που ανάβει φωτιές
μια φιλότητα φευγαλέα του Απρίλη
εκκολάπτει κρυμμένες ορμές

αφορμές δίνουν τώρα οι σκέψεις
αναλύσεις παλιών ποιητών
μ’ αν δεν σπείρεις δεν θα’ χεις να θρέψεις
τα παιδιά των δικών σου ιδεών

χαρισμένοι στου απείρου το θάμπος
κατακτήσανε την ξένη γή
όλα χάνονται στ’ αδιόρατο βάθος
φθείροντας την δική τους δια

επίσκεψη στον ζωολογικό κήπο

Νηνεμία χαράζει το κενό
νεφέλες που την κίνηση καταδικάζουν
πελάγους όραμα θα γίνει ορατό
ήχοι προστίθενται που την μνήμη αδειάζουν

ένας τροχός το αύριο προσκαλεί
σ’ ένα μυστήριο που την λύση του ζητάει
δίνει ονόματα στης μήτρας το γυαλί
την φλόγα μέσα του ανενεργή φυλάει

Μιλιούνια γίνονται, αρχίζουν να μιλούν
ομάδες κάνουνε, κάτι να τους κρατάει
φτάνουν στο πέλαγος κι αρχίζουν να κολυμπούν
κανείς δεν ξέρει, κανένας γύρω του δεν κοιτάει

στης αφρογέννετης τον καρπό θα εθιστούν
κι ο Ποσειδώνας με το συναίσθημα θα τους τραβάει
κοινωνικά συμβόλαια κι ελπίδες θα χτιστούν
νομής ψευδαίσθηση την ουσία τους θα μετράει

Την αποκάλυψη λίγοι θα γευτούν
λίγοι θα νοιώσουν πως κάποιος τους φυλάει
σ’ ένα παιχνίδι πως συμμετέχουν θ’ αντιληφθούν
ελευθερώνεται όποιος τον φόβο του θανάτου νικάει

Υπόγεια ρεύματα καθοδηγούν την απώλεια της μνήμης
Το κυνήγι αρχίζει

Ο χρόνος δεν έχει ηλικία

κλειδούχος της παρενέργειας οδηγεί το πλήθος
τον ακολουθούν τυφλωμένοι από του προβολέα το φώς
ξεχνούν την αρετή και το ήθος
λέξεις φιμωμένες κι όλα αυτοσκοπός

κορμοστασιά, το ύφος της φαιδρά στολίζει
βήματα ακούγονται, πού οδεύει;
κόντρα στον άνεμο την πνοή μοιράζει
χίμαιρα που με ζήλο περιοδεύει

κορμιά που δίνονται στου χρόνου την φθορά
αποδέχονται την ψευδαίσθηση που τους κρατά
φυλάνε κειμήλιο την συμφορά
σαν ηρωίδα της αποτείνουν προσφορά

χαρισμένοι στ’ άδυτο του προκαθορισμένου
ατελείς ενώσεις τους ψιθύρους προσπερνούν
ισορροπία, φυλαγμένο μυστικό, του χρόνου
προστιθέμενες εμπειρίες, νέες ιδέες αφαιρούν
της ασχήμιας οι χαρακιές μ’ ευφροσύνη κι ευφορία θ’
απαλειφθούν

δυνάμεις αντίρροπες γεννιούνται μαζί
η επιβίωση κι η αυτοκαταστροφή
μέση οδός η αρμονία
των αθανάτων η αμβροσία

Αμοιβάδα

Περιδίνηση που δίνει την συνέχεια
χαλαρότης προκαλεί την παρενέργεια
νοητή καταστροφή της ύλης
ψυχική εμπύρρωση της δύνης

κι είν’ η χαρά της νίκης τον σκοπό σαν επιτύχει
κι είν’ ο θρήνος, ο θυμός, ο έρωτας αν τύχει
χαλαρότης των δεσμών τον αντίποδα κατέχει
η απάθεια, το τέλμα την απώλεια παρέχει

προσκυνάνε το θείο μα την φύση του αγνοούν
αποδέχονται την μοίρα δίχως ν’ αναρωτηθούν
κερδισμένοι, χαμένοι, ποιος μπορεί να το πεί;
περιμένουν το τέλος για να δούν τι θα βγεί

στην αέναη μάχη της ψυχής και του νού
ποιος καλός; ποιος κακός; δεν μπορούν να το βρουν
φυλακίζει η ύλη; ή φυλάσσει το πυρ;
σαν ερώτημα μένει φιλοσόφων που αναζητούν

Αποκαθήλωση

Απενεργοποιείτε η μέδουσα των ημερών
χωρίς αντιπερισπασμούς δονείται ανεξέλεγκτα
χτυποκάρδια χειραγωγούν το αθόρυβο των αμνών
συνθήματα που δίδονται ως επιχειρήματα θέσφατα

Πολεμικές ιαχές ξυπνούν τις ρίζες
βλασταίνουν μπολιάζονται και σιωπούν
αποδίδουν την υπάρχουσα ηρεμία στις θύρες
εφιάλτες που ζήσαν ξαναγυρνούν

Χρώματα δίνονται στην περηφάνια
κοιτίδες γνώσης θα δοξαστούν
μύθος είναι μα φαίνεται φάρσα
σε νέα σύνορα θα χτιστούν

Στόχος οι άρχοντες κι οι καταιγίδες
μια προσευχή που λέγεται δίχως σκοπό
γεύονται αχόρταγα τις ηλιαχτίδες
σημαίες κυματίζουν κι είναι λαός

Χαρακτηριστικό όλων η απάθεια
συνυπάρχουν ακόλουθα
κι όταν σβήνει η μέρα χρήζουν τους βασιλείς

γιοσέμιτι

αντροδίαιτοι σ’ έναν δεκάρικο λόγο δοσμένοι
ευρεσίτεχνοι το μέλλον σχεδιάζουν
σε μια άκομψη εικόνα αναλωμένοι
γι’ απολεσμένο Είναι φρούρια χτίζουν
(και κρυφοκοιτάζουν)

οι την άγνοια κατέχοντες βροντοφωνάζουν
αλυχτώντας διώχνουν τα παράλληλα ως απατηλά
σ’ ένα αλώνι το ποίμνιό τους παρατάσσουν
κι ότι ξένο θα καεί στην πυρά
(και προστάζουν)

ερευνητές ανένταχτοι δοκιμάζουν
αδρεναλίνης οπαδοί, δίχως φραγμούς
όρια θαρρούν πως σπάζουν
κατορθώματα σε στίχους επικούς
(κι επιδεικνύουν)

παραπλανημένοι απ’ τον λήθαργο ξυπνούν
σ’ ένα θέατρο του παραλόγου αφορισμένοι
έξω απ’ τους κανόνες του παραπατούν
κι αισθάνονται διαρκώς πως είναι ατιμασμένοι
(και κρύβονται)

Οι τέσσερις δρόμοι της απαρχής
δομούνται στο επίπεδο της γης
ευ ω ετάχθη έκαστος δράττει
ηθοπλασίας όραμα το σύνολο συντάσσει
(και προχωρούν)

Στοιχεία
Χους - Ύδωρ - Αήρ - Πυρ
Σώμα - Ψυχή - Νούς - Αιθήρ

Συλλέκτης – Συντονιστής – Δημιουργός – Φιλόσοφος

Γένη
Βροττός - Άνθρωπος - Ήρωας - Βασιλιάς
Σίδηρος - Χαλκός - Άργυρος - Χρυσός

Δομή
Ένταση
Συχνότητα
Χροιά
ουρανοί

Επιταγή

Κάθε δύναμη εφορεύει από την πηγή που της δίνεται
Συνθηκολογούν όπως αφορίζουν το αδιέξοδο
Συνυπάρχουν με την δύναμη της αυτοσυντήρησης
Ποτέ δεν δίνεται η δυνατότητα της υπερβολής
Αυτήν αυθαίρετα την παίρνουν
κι υπερβαίνουν το ιδεατό του Υπάρχω
Συνωμοτούν με την ύλη
Αφομοιώνουν του πνεύματος την ανακολουθία
Συγκερασμός της ύπαρξης και του Είναι
Πάντα συνυπάρχουν
Μπορείς να το δείς;
πες μου μπορείς;
Κατήφορος
κατήφορος μωρό μου
Κατήφορος
Δίχως υπερβολές και χωρίς συνακολουθίες
Σ’ όλα η βαρύτητα
Και πιάσαμε πάτο
πάτο μωρό μου
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε κάποια στιγμή ν’ ανεβούμε
μόνο έτσι
Μόνο έτσι

Γνώριμα μονοπάτια περπατώ
Χτυπήματα
Συνυπάρχουμε

Στίγματα

Απορροφημένοι τελείως
τους ρούφηξε λέμε

η σάρκα
η έπαρση
η φιλαυτία
το ανάλαφρο κενό
η ανάγκη της παρουσίας
η απουσία του Εγώ
το λευκό στο υπάρχω

Κάθε πένα κι ένα ακούω
κάθε λύρα κι ένα κάγκελο
κάθε τοίχος κι ένα σκιάχτρο

Σωματική και ψυχική βία το ανυπάκουο

Σαν να ‘ταν χθές η αρχή
σαν να ‘ταν σήμερα η αρχή

Στου κύκλου την θαλπωρή το κούρνιαγμα
στην ηδονή του νου το σχέδιο της απόδρασης
που όμως το καίει η φωτιά της ατολμίας
κάθε φορά
Έτσι απλά

Λανθάνον νούς

συνακόλουθα με την εγρήγορση θα τα κάνει
την δόμηση αυθύπαρκτη

Σκουντάνε να περάσουνε

Θυμός

συσσωρευμένη απέχθεια
κι ανικανοποίητες υπόνοιες
κόλαφοι που υποτιμούν το υγιές Εγώ

Ξάφνιασμα

φαντάσματα ξυπνούν
χτίζουν αυθαίρετα όνειρα
προπαγανδίζουν την επέλαση
προβοκατόρικες ανασφάλειες προελαύνουν

χάθηκε η παρτίδα

κι η κοσμογονία υποχωρεί στο άβατο
στης αυτοκαταστροφής τον βωμό θύει
στης ψευδαίσθησης το είδωλο ικανοποιείται

Παιχνίδι εντυπώσεων

όρια

ευτελισμός

άλγος

όχλος

αυτοκαταστροφή

Ανασυγκρότηση των δυνάμεων
εμπιστευόμενοι την μέριμνα της ύλης
και τους συμπαντικούς νόμους

Πίστη στην ύπαρξη
και την αναγκαιότητά της

Θερίζεις την σπορά σου
ενδυόμενος με την υπομονή
και την προσφορά της νομοτέλειας

Άπλετος χρόνος ορίζει την ατραπό
που κλώθει το υποσυνείδητό σου

Η ευφορία της ανεκτικότητας του διαφορετικού
έρχεται με την διάκριση της ύβρεως και της δίκης

Ο κουρνιαχτός της αναδόμησής σου
παρέχει την κατανόηση της ισορροπίας και της αρμονίας

ψυχή

νόηση

ενσωμάτωση

απέραντο

νοσταλγία

Η χρονομηχανή του αβέβαιου

φυσική ροή των πάντων
αλληλένδετα κατευθύνονται
χωρίς περιστροφές κι απουσίες
τα είδωλα αντικρίζουμε
η στατικότητα δεν υπάρχει
κι ο λόγος είναι η αιτία
και το πρέπει η νομοτέλεια
όχι η υποταγή αλλά το ξέρω
όποιος γνωρίζει την διαφορά ενυπάρχει
Οι πιθανότητες του τυχαίου είναι ανύπαρκτες
ότι δίνεται έχει συμφωνηθεί
ότι απουσιάζει δεν χρειάζεται
κι όλα στον χρόνο τους
όλα στην ώρα τους

Παράγωγα
μπορούν ν’ αφοσιωθούν, ν’ αφομοιώσουν
μα πάντα το σήμερα νικά το χθές
μπορούν να δοθούν, ν’ αφομοιωθούν
μα πάντα το αύριο γελά το χθές
αποτυπώνεται η εικόνα στο παρελθόν
κι ότι σ’ αυτό έχει χαθεί
στο μέλλον υπόσχεται να δοθεί
κι ότι σ’ αυτό έχει κερδιθεί
στο μέλλων υπόσχεται να διατηρηθεί

εκ του μη όντως

χωρίζονται σ’ απόκρυφες καλύμπρες
ασύμβατο;
όλα μπορούν να συμβούν στην πράξη
φορτισμένη η όραση και το θέρος
πάντα υπάρχει το ασύμβατο
χτυπημένος νους σ’ ασύμμετρους ήχους
χαραμίζει, μοιράζει, εξαϋλώνει το παν
το τώρα είναι που μετράει
μα το τώρα δεν υπάρχει, δεν μετριέται
φτάνει απέναντι στ’ άδυτο της καταστροφής του
χαρίζει την ύπαρξή του στο μεθύσι
μιλάει
μα δεν υπάρχει
είναι το είδωλο του αύριο, του χθές
υπάρχει
δεν συνδέεται με την δύναμή του, χαρίζεται
φτάνει στο άπειρο που είναι περατό
και τώρα φτάνει στα όριά του
Όλα υπάρχουν
συμφραζόμενα

Μοράβια

Κάνοντας το φεγγάρι ορατό την μέρα
θα γευτείς το αδύνατο και φυσικό συγχρόνως.
Πάντα δίνεται η δυνατότητα να το κάνεις
ποτέ δεν το αντιλαμβάνεται κανείς
Αν δώσεις την κίνηση…….όχι την σκέψη,
τότε κερδίζεις το δώρο.

Βέβαια αυτό είναι δύσκολο.
Θέλει υπομονή ν’ ανεχτείς το δώρο,
μπορείς να το υποψιαστείς
και να το φανταστείς
και να προχωρήσεις στο βάθος.
Φυσικά σου δίνεται η ευκαιρία άδολα
κι άδολα πρέπει να την αποδεχτείς.

Εξ’ αίφνης

Διατήρηση των δεδομένων, της κίνησης
Μια ταλάντευση που σε κρατά σε ισορροπία
Η απουσία της στασιμότητας επιβεβαιώνει το μετά
Η ύπαρξη της επανάληψης περιχαρακώνει τις αξίες

Χρειάζεται να ξεφύγεις και να υποκύψεις συγχρόνως

Υπάρχει βέβαια η δυνατότητα της επανεκκίνησης
Αλλά αυτή βασίζεται πάντα στις αρχές που έχεις εδραιώσει
από προηγούμενες εμπειρίες,
Δεν υπάρχει παρθενογένεση,
Αλλιώς όλο αυτό θα ήταν άσκοπο
Κι οτιδήποτε έρχεται σ’ αντίθεση μ’ αυτές τις αξίες
γίνεται βραχνάς, προκαλεί δυσφορία, κακοφανισμό.
Όσο όμορφο κι αν το φαντάζεσαι

Αν όμως χάσεις την συγχρονικότητα
αυτή δεν επανέρχεται
Σ’ αυτό συμβάλει η υπερβολική ταχύτητα που αναπτύσσεται
με τα απανωτά χτυπήματα σε συνδυασμό με το παράδοξο που βιώνεις για κλάσμα του δευτερολέπτου
Και τότε είσαι άλλος
Και τότε το βιώνεις ως θεατής
Κουβαλάς όμως τις αναμνήσεις σου
οπότε το νοιώθεις μεν μα δεν σε χειραγωγεί

Κι όλα αυτά στην ίδια ζωή
Το μετά δεν το ξέρω
Κανείς δεν το ξέρει (;)

Ό Πάνας

Μονεμβασιάς μονοπάτι
κι όλα χύμα στο κύμα
δυνατή βροχή στον ήλιο
όλα τα ξεπλένει
όλα φωτισμένα
Κινούνται καυχώμενα
έχουν εξαγνιστεί και δίνονται
παρθένες την ώρα κοιτάνε
που θα δώσουν την ομορφιά;
την κρυμμένη τους.
Όλα προσπερνάνε την άνοιξη
βαίνουν ολοταχώς για το φθινόπωρο
Καρικατούρες μες τις σκιές της βροχής
δεσμεύονται για να κρατηθούν
Κι όμως κάπου υπάρχει το αύριο
Φαίνονται όλα τόσο ασήμαντα
μα καθένα την σημασία του.
Προσευχή στο απύθμενο βάθος
βυθός που παραφυλάει
αλλήθωρος
συνέχεια στο επαύριο
πρέπει να υπάρξει
αλλιώς χάθηκε και το σήμερα
κι όλα μάταια κι άσκοπα
Κάποιοι διηθούν την ύπαρξη
μα μόνο το σύνολο μετρά
πρέπει να βαδίσεις
να νικήσεις
Να περάσεις απέναντι
Τίποτε απόμακρο
τίποτα φτιαχτό
Όλα αγνά και ήμερα
Κάποιος βαδίζει σιμά σου
και τότε νοιώθεις την ανάσα
την ψυχή
Τότε τα νοιώθεις όλα
Το μοιραίο είμαστε εμείς
εμείς και το αύριο
Κι η αγάπη, ο έρωτας
όλα μια συναυλία
του απόκοσμου
Όλα οδηγούν εδώ
στην θάλασσα…..
όλα οδηγούν εδώ
στο συναίσθημα

Αυτούσιο

καλλιεργούν τις δυνάμεις δίνοντας,
αποχωρισμός
φαρμάκι φαίνεται να στάζει,
απουσία
κι όλ’ αυτά τόσο απόμακρα,
τόσο οικεία
συννεφιασμένη η ανθρώπινη φάση,
με το ασυνείδητο
Κι όμως υπάρχει, δίνεται, χαρίζεται
γιατί χαρίζεται;
γιατί τόσο συχνά;
χαλαρότης των μέσων,
αυτεξούσια υπάρχει μέσα μας,
συνειδητά δίνεται,
ασυνείδητο φαίνεται,
βιασμός φανταστικός δείχνει,
αφήνομαι!
άγγελοι

Φοίνιξ

χτύπα το νερό
άστο να σ’ αγκαλιάσει
γεύσου το
χάραξε πορεία
και χτύπα το νερό

πάτα την γή
γίνε ιστίο που ενώνει
κοίταξέ την
ανυπόδητος
και πάτα την γή

νιώσε τον άνεμο
άστον να σε διαπεράσει
οσφρίσου τον
γυμνώσου
και νιώσε τον άνεμο

μην φοβάσαι την φωτιά
πλησίασέ την
ψηλάφισε την
δέξου να σε διαλύσει
και μην φοβάσαι το μετά

το στέρφο τώρα δεν μετρά
ακολούθα το ταξίδι των αισθήσεων
μπορείς;
μπορείς
θέλεις;
κάντο

περισσεύουν οι επευφημίες
αν την ύλη πρέπει να γνωρίσεις
ο δρόμος της νόησης είναι σιωπηλός
και της αναγέννησης μοναχικός
Οδυσσέας

Ψίθυροι

κάθε μέρα που περνά
χρήζει κι έναν βασιλιά
μα δεν ξέρει, δεν νογά
πως υπάρχει στην σκιά

νοιώθει εξάψεις, δυσφορία
πως του λείπουν τα στοιχεία
θέλει να φύγει απ’ την πορεία
που του τάζουν μεγαλεία

μες την ομίχλη προχωρά
κι όμως βαδίζει με σιγουριά
τις κακοτοπιές σαν προσπερνά
τότε τις βλέπει, μα δίχως φόβο τις κοιτά

κρύβεται γιατί φοβάται
τι κρατάει; αναρωτάτε
μες την στάχτη του κοιμάται
ποιο το τάμα; δεν θυμάται

την στιγμή του περιμένει
δίχως να ξέρει τι του μέλλει
το παρελθόν και το παρόν τι έχει φέρει;
κανείς, ούτε κι αυτός το ξέρει

κι όταν το τέλος του προκάλεσε να συναντήσει
τον σταματήσαν, μα ποιοι; και γιατί;
τότε το νόημα θέλησε ν’ ανακαλύψει
μα ξαναβρέθηκε στην αρχή

των αισθήσεων η ταχύτητα μεγάλη
σε δυό τόμους την μνήμη τους μοιράζει
στις αναμνήσεις που εκούσια μηρυκάζει
και στο προαίσθημα που μοιραίο ονομάζει
διαρροή

Αποκρυπτογράφηση

αλλοτινό το πέρασμα
κτίσμα το καρφί που θέλγει
κρατάει την ισορροπία
αντέχεται η παρουσία

βλαστήμια η αποδοχή
αγώνας, μετά παραδοχή
αλλού είναι το μυστικό

δεν είναι η επιβίωση
δεν είναι το κιτς και γκλάμουρ
δεν είναι η επιβολή
δεν είναι το χρώμα, το λαχούρι

αλλού είναι το μυστικό
η αλήθεια καλά κρυμμένη
έχει ειπωθεί, την κοιτώ
διάσπαρτη είναι, περιμένει

κι αυτός που την καπηλεύεται
κι αυτός που την ερμηνεύει
κι αυτός που την εμπορεύεται
αυτός μου την παρέχει

Λεηλασία

περίμενε να ‘ρθεί το πρωινό
μα την πόρτα μην ανοίξεις
είναι που θα ‘ρθει όλο το χωριό
για να κλέψει αυτά που ‘χεις μαζέψει

μες το όνειρο βαδίζουνε οι λάμψεις
και χωρούν σε μιάς αχτίδας την δομή
κι ότι έγραψες ευθύς αν διαγράψεις
καλωσόρισες στην φωτεινή διαδρομή

τα χτυπήματα δεν είναι αληθινά
είναι εικόνες που δοθήκαν δίχως πτώση
ιδεογράμματα που κρύψαν την χαρά
είναι εσθήτες που καλύπτουνε την γνώση

στων θεών το μονοπάτι σαν βαδίσεις
με μια ανάσα να περάσεις τα βουνά
γώρτυνο δεσμό θα συναντήσεις
που κρατούν των απογόνων τα παιδιά

«κοντά στην απομακρυσμένη κοιλάδα
απλώνεται το μονοπάτι της δάφνης»

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

Διασπορά

το χρονικό της καταστροφής άρχισε
το φώς στο σκοτάδι δεν επικράτησε
κάποιοι δεν θέλανε

υπάρχουν δυνάμεις αντίρροπες
ισορροπία δεν υπήρξε
κάποιοι δεν μπόρεσαν

η απαξίωση οδηγεί στην αδιαφορία
η υπεροψία στην αντιπάθεια
κάποιοι λαθέψανε

η αναζήτηση παρέχει την δημιουργία
η υπεραπλούστευση το κενό
κάποιοι συμβιβάστηκαν

η άγνοια προκαλεί δυσφορία
ο αφορισμός τον σκοταδισμό
κάποιοι φοβήθηκαν

μέσα στις σκιές ελλοχεύουν
επιβιώνουν και διαιωνίζουν
κάποιοι ελπίζουν

λούζεται η μέρα στο γυαλί, καθρέφτης δίχως τέλος
πυρσός περνάει την αφορμή και λύνεται το μένος
όσα με αίμα δόθηκαν η ειρήνη τα διαγράφει
κι όσα ο φόβος ακόμα κρατά περνούν σε νέα τάξη

Αφύπνιση

Το μέλλον είναι εδώ
παραπέτασμα
αφουγκράζομαι τον αασμό
οιωνοί

το τώρα πεθαίνει την στιγμή που γεννιέται
αξίες
κι η ζωή που πάει, φεύγει
χωροχρόνος

δεν έχω ρίζες και δικό μου μερτικό
ψευδαίσθηση
αλθαίνω τις πληγές και προχωρώ
λήθη

στο φάσμα μετουσιώνομαι
απόκρυψη
δεν ανήκω εδώ
τοκετός

τελευταίο τσιγάρο κι έφυγα
επανάληψη
το αύριο είναι εδώ
χαμογέλα

έχω ξεμείνει
έχω ξεφύγει
τι με κρατά ;
απιστία

Ο μύθος της γραμμής

και πατούν στην απέναντι όχθη
χωρίζοντας την αλήθεια απ’ το ψέμα
μ’ αδύνατον την γραμμή να κάνουν τέρμα
τίποτα δεν χάνεται μόνο το αίμα

κι όμως αγνοούν την μέριμνα
τους πνίγει ο πόνος, ψάχνουν το νήμα
κυλιόμενες σκάλες αφορίζουν την αλήθεια
και περνάνε το όνειδος στα παραμύθια

τα χρωστούμενα όλα, τώρα εξοφλούνται
κι η περίλαμπρη νιότη θα δοθεί φυλαχτό
σε μια απογείωση όλα θα χαθούνε
τεθλασμένο καθρέφτισμα της τέχνης στο νερό

Μέσα σ’ όλα αυτά υπάρχει σκοπός
Χειμερινοί κολυμβητές την άνοιξη
Θερμοκέφαλοι αποτελούν το τοίχος
Αρνητική ενέργεια παντού

Γυμνό

φαντάζομαι…………..
ύδωρ πνίγει την στέρφα γή

τίποτα δεν κινείται
τίποτα ζωντανό

επιπλέουν
ελπίδες
όνειρα
κηλίδες από αίμα

και λευκοί ιστοί αράχνης
επιπλέουν
άρμπουρα δίχως πανιά
κι όταν χτυπά τις χορδές τους τ’ αεράκι
παιδικά γέλια
ακούγονται
οι αναστεναγμοί των ερωτευμένων
που δεν ανταμώνουν
ακούγονται

μα τίποτα δεν υπάρχει
τίποτα ζωντανό

μόνο ύδωρ

και μόνο το άρωμα της νοτισμένης γης
σαν υποψία της ύπαρξής της

αίμα και ύδωρ
πηλός ασχημάτιστος
αήρ κι ιστός
γέλιο κι αναστεναγμός

μόνο αυτό
τίποτε άλλο

Λόχη φωτός

όνειρο και ταξιδεύω
το ξενιστή μοχλεύω
αυτόνομα υπάρχει και γεννά
κουφάρια αδύναμα ξερνά

σ’ αυτά κι εγώ θα κατοικήσω
το έλεγχο τους θ’ αποκτήσω
θα πω, θα γράψω, θα συντρίψω
τα όριά τους θα εξελίξω

κάθε βαθμίδα τους θα ενδύσω
μνήμες θολές θ΄ ακολουθήσω
το πάθος με όραμα θα πολεμήσω
ώσπου τα σύνορα πάλι αντικρίσω

φθαρτό το σώμα κι η ψυχή
αεικίνητο πνεύμα μετοικεί
δοκιμασία, τόλμη αυτή η ζωή
μέσα της πέρασε, βυσσοδομεί

Ουτοπία

θάλασσα πέπλο της γης
κάθε ρανίδα σου κι έδρανο μιας ασώματης ψυχής

και πίνω τις ψυχές και μ’ ανεβάζουν
και γίνονται καταχνιά και με νοτίζουν
και γίνονται αύρα και με χαϊδεύουν
και γίνονται καθρέφτης και με καλούν
αμέτρητες ψυχές διαρκώς με διαπερνούν
φιλοξενούμενοι της στιγμής μ’ αναδρομή επικοινωνούν

κι αφέσου
κι άκου
και δές

κι όποιος γεννιέται με φουρτούνα
φουρτούνα έχει στην ψυχή

κι όποιος γεννιέται με τ’ Αυγούστου το μελτέμι
φεγγάρι κόκκινο κι αιμορραγεί

μα σαν της άνοιξης το ημίγλυκο αγέρι την πρώτη του πνοή
καλωσορίσει
αλλοπαρμένος μια ζωή, τα σύνορά του δεν θ’ αναγνωρίσει

κι αφέσου
και δές

χωρίς ψυχή τίποτα δεν ζει
έρωτας, έλξη, συνθέτει ζωή
καθορισμένη πορεία ακολουθεί
απ’ την ανυπαρξία στην ύπαρξη να μεταβεί

νυχτόβιο όν στο φως της λάμπας ακροβατεί
εγκλωβίζετε στον κύκλο αν στις αισθήσεις του υποταγεί
και του νού την διαστροφή ενστερνισθεί

κι αφέσου

κόλαση φαίνεται η γή, μια φυλακή
παράδεισος της θάλασσας η θαλπωρή
μα στ’ ουρανού την αγκαλιά θ’ αναδυθεί
το τρισυπόστατο που έχει τέλεια ενωθεί






Γ-νώση
Ε-νωση
Α-νωση } ν-ωση
















- - - - -

πηγή – λίμνη – ποτάμι – γη - θάλασσα
πυρήνας – εκκόλαψη – έξοδος – ζωή - αιθήρ
ψυχή – πλάσμα – πνεύμα – εμπειρίες – σοφία
μνήμες – λησμονιά – παρατήρηση – γνώση - φώς
επίλογος

Αφήνοντας το στεφάνι

ανυψώνομαι, πετάω, μου κόβεται η ανάσα
πώς λέγεται αυτό; αναγαλλιάζω;
όχι αλλιώς λέγεται, μα πώς;
θα το ψάξω το δίχως άλλο

ξέρω
μην κοιτάς που παρασέρνομαι
είναι δέλεαρ το ζεστό συναίσθημα της σάρκας
μα ξέρω

τίποτα δεν είναι δικό μου
τίποτα δεν θα είναι δικό μου

μειδιώ

τώρα ξέρω
κι είμαι ελεύθερη

σας ευχαριστώ
σας ευχαριστώ όλους
γιατί κι εσείς ξέρεται κι ας μην τ’ ομολογείται

όλα εδώ φυλακισμένα
μα ‘κεί είναι ελεύθερα

πάντα φοβόμαστε την ελευθερία
πάντα
όχι εγώ, όχι πιά

αποδέχτηκα το σώμα μου
ελευθέρωσα την ψυχή μου
αφέθηκα στην νόηση
Αγέραστη